Το ψυγείο του πάγου
«Το ψυγείο του πάγου μάς το έκαναν δώρο όταν παντρευτήκαμε, το 1951, οι κουνιάδες μου Κούλα και Θεοδώρα. Υπήρχαν πολύ λίγα ψυγεία στα σπίτια. Ψυγεία είχαν μόνο τα μπακάλικα.
Από τότε άλλαξαν τα καλοκαίρια μας! Ξεδιψάσαμε με δροσερό νεράκι. Μέχρι τότε πίναμε νερό από το πήλινο κανάτι που το τυλίγαμε με βρεγμένο τσουβάλι για να διατηρείται δροσερό. Άλλη όμως ήταν η χάρη του ψυγείου…
Εξωτερικά ήταν ξύλινο και στηριζόταν σε τέσσερα πόδια. Εσωτερικά ήταν ντυμένο με αλουμινένια λαμαρίνα. Είχε δύο πόρτες, στην πάνω βάζαμε την κολώνα του πάγου και στην κάτω τα τρόφιμα. Δίπλα στον πάγο υπήρχε ένα δοχείο που το γεμίζαμε με καθαρό νερό. Το νερό του δοχείου πάγωνε και κατέληγε σε μια εξωτερική κάνουλα απ΄όπου γεμίζαμε τα ποτήρια. Στο κάτω μέρος είχε ράφια όπου βάζαμε τα τρόφιμα. Ο πάγος έλιωνε σιγά σιγά, τα παγωμένα νερά έτρεχαν πάνω στη λαμαρίνα του κάτω μέρους και δημιουργούσαν δροσιά και έτσι διατηρούνταν τα τρόφιμα. Κάτω, κάτω υπήρχε ένα συρταράκι όπου μαζεύονταν τα νερά, από τον πάγο που έλιωνε, και το αδειάζαμε όταν γέμιζε.
Τον πάγο τον αγοράζαμε από τον παγοπώλη που πέρναγε κάθε πρωί από τις γειτονιές και φώναζε: “Ο πάγος!!!”
Παγοπώλες στο χωριό ήταν ο Μήτσος ο Τριαντόπουλος και ο Μήτσος ο Κατσούλης.
Το ψυγείο το λειτουργούσαμε μόνο τα καλοκαίρια. Τον χειμώνα το χρησιμοποιούσαμε σαν ντουλάπι».