↓ Επιλέξτε Ενότητα

Γιατί οι Γύφτοι κι οι Αρβανίτες δεν έχουν γράμματα

3 Σχόλια

Του λαογράφου Νικολάου Γ. Πολίτη

Όταν εμέραζεν ο Θεός τα γράμματα επήγαν όλες οι φυλές να γυρέψουν γράμματα, όξω από τη γύφτικη τη φυλή, που δεν επήγεν καθόλου, και γι’ αυτό ούτε έχουν ούτε θα ‘χουν ποτέ γράμματα οι γύφτοι, γιατί ο Θεός τους καταράστηκε και τα ‘ριξε στη θάλασσα όταν οι γύφτοι έφκιασαν τα περόνια που σταυρώθηκε ο Χριστός.
Κοντά σε όλες τις φυλές που πήραν γράμματα ήταν και η αρβανίτικη η φυλή. Μα γιατί οι Αρβανίτες δεν έχουν γράμματα; Θα σας το πω.
Όταν εμέραζε ο Θεός γράμματα δεν είχε βγει το χαρτί ακόμα, και εκείνοι που επήγαν να τα πάρουν τα γράμματα τα έπαιρναν ψιλά σε φύλλα από κουμπρολάχανο και έφευγαν. Οι άλλοι όλοι τα επήγαν καλά στα σπίτια τους τα λαχανόφυλλα οπού είχαν τα γράμματα, αλλά ο καημένος ο Αρβανίτης δεν το επήγε το λαχανόφυλλο, γιατί στο δρόμο εδίψασε και σκύφτοντας να πιεί νερό σε μια βρύση, άφησε το φύλλο καταγής, και μια γελάδα που έβοσκε εκεί κοντά το μυρίστηκε και όσο να σηκώσει ο Αρβανίτης το κεφάλι του από τη βρύση, το φύλλο με τα γράμματα ήταν στην κοιλιά της γελάδας!
Έσκουζε ο καημένος ο Αρβανίτης για το κακό που έπαθε, και με τα δάκρυα στα μάτια γύρισε πίσω στο παλάτι του Θεού, ζητώντας άλλα γράμματα. Αλλά ο Θεός δεν είχε άλλα γράμματα παρά μόνον τα γύφτικα, που άμα τα είδε ο Αρβανίτης είπε στο Θεό που ήθελε να του τα δώσει: “Δεν τα παίρνω, Θε μου, αυτά τα γράμματα, χρυσά ναν τα κάνεις!”. “Και εγώ ήθελα να σου δώσω καλύτερα”, του είπε ο Θεός, “αλλά δεν έχω άλλα”. “Αφού είναι έτσι”, είπε ο Αρβανίτης, “ας μείνω και χώρ’ς γράμματα”. “Και πώς θα ζήσει η φυλή σου χώρ’ς γράμματα;” του είπε ο Θεός. “Με δανεικά”, απολογήθηκε ο Αρβανίτης, και έφυγε. Από τότες οι Αρβανίτες ζουν με τα δικά μας τα γράμματα.

3 Σχόλια. Leave new

  • Γεώργιος Μίχας
    24 Δεκεμβρίου 2017 09:22

    Τα “ελληνικά” γράμματα είναι τα πελασγικά γράμματα, δηλαδή, είναι αρβανίτικα. Είναι αυτά που οι Αιολείς, οι οποίοι ήταν πελασγικής καταγωγής, τα αποκαλούσαν “γρόππατα”. Αυτά λοιπόν τα “γρόππατα”, που στα αρβανίτικα σημαίνουν “γρατσουνιές” (πάνω στις πέτρες, όπως και ήταν αρχικά), οι “λογάδες” και οι “καλαμαράδες” των αρχόντων, τα εκλέπτυναν και τα λένε … “γράμματα” (που στα “ελληνικά” δεν σημαίνουν τίποτα).
    Επομένως, τα “ελληνικά γράμματα” δεν είναι παρά τα “πελασγικά-αρβανίτικα γρόππατα”.

    Απάντηση
  • Αλή Σουλιότι
    30 Νοεμβρίου 2016 20:50

    Από το «Λεξικό Εθνών- Εθνοτήτων-Λαών» του Γιόζεφ Βολφ, παραθέτουμε τα παρακάτω:

    «Αρβανίτες ή Αλβανοί: Λαός που διαμορφώθηκε στο χώρο της σημερινής Αλβανίας τους πρώτους μ.Χ. αιώνες. Ο Κλαύδιος Πτολεμαίος (πέθανε το 160-168 μ.Χ.) αναφέρει μια φυλή στην Ιλλυρία με το όνομα Άλβανες, που ζούσε στο χώρο μεταξύ Δυρραχίου και Δίβρης. Είναι φανερό ότι πρόκειται για ένωση πατριών που συγκροτήθηκε για αυτοάμυνα. Αυτή η ένωση ενισχύεται πολύ την εποχή των μεγάλων βαρβαρικών επιδρομών του 4ου-7ου μ.Χ. αιώνα. Τότε, στην περιοχή θα εισβάλουν σλαβικά φύλα που θα καταστρέψουν τις πόλεις. Μεγάλο μέρος των κατοίκων αυτών των πόλεων καταφεύγει στα βουνά και πυκνώνει τις γραμμές των Αλβανών, οι οποίοι φυσικά αντιστέκονται και αποκρούουν τους Σλάβους. Στις αρχικές ιλλυρικές πατριές, που συγκρότησαν τους Αλβανούς ή Αρβανίτες, προστέθηκαν τώρα και στοιχεία των παραλίων, ελληνικά, ρωμαϊκά κ.λπ. Οι Αλβανοί ή Αρβανίτες ενισχύονται ακόμα περισσότερο στην περίοδο της βουλγαρικής επέκτασης. Είναι καθαρά ποιμενικές πατριές, που κρατούν το όπλο στο χέρι. Οι Βυζαντινοί θα τους χρησιμοποιήσουν ως κλεισουράρηδες, φύλακες στα ορεινά μέρη. Θα ξεχωρίσουν τρεις διαφορετικές ομάδες: Οι Γκέγκηδες, οι Τσάμηδες και οι Τόσκηδες, με μια μικρότερη υποδιαίρεση, τους Λιάπηδες. Δε συγκρότησαν έθνος, παρόλο που είχαν βρεθεί από νωρίς μπροστά σε κοινό εχθρό. Στα χρόνια της Φραγκοκρατίας, οι αρβανίτικες πατριές χρησιμοποιούνται ως στρατός στα φεουδαρχικά κρατίδια που συγκροτήθηκαν στον ελλαδικό χώρο. Τον 14ο αιώνα οι ένοπλοι αυτοί Αρβανίτες που είχαν εγκατασταθεί σʼ όλη την οροσειρά της Πίνδου εξεγείρονται, ανατρέπουν την εξουσία στην Ήπειρο και δημιουργούν τρία κρατίδια: των Μπουαίων με κέντρο το Αγγελόκαστρο, των Λιοσαίων με κέντρο την Άρτα και του Κάρολου Τόπια, που καταλάμβανε τη Β. Ήπειρο και μέρος της Αλβανίας Με τη διάλυση αυτών των κρατιδίων οι πολεμικές πατριές των Αρβανιτών σκορπούν ως μισθοφόροι σε διάφορα μέρη της Ελλάδας: στην Αττική και Βοιωτία ως μισθοφόροι των Ατσαγιόλι και στην Πελοπόννησο ως μισθοφόροι των Παλαιολόγων. Οι Τούρκοι θα τους βρουν απλωμένους σʼ όλη την Ελλάδα. Οι Τούρκοι θα εξισλαμίσουν το βασικό όγκο των αρβανίτικων φατριών, που κατοικούσαν πέρα από τα όρια της σημερινής Ελλάδας και θα τους χρησιμοποιήσουν ως στήριγμα της εξουσίας τους. Οι Αρβανίτες που βρέθηκαν σκορπισμένοι, ως μισθοφόροι θα μείνουν κατά το πλείστο χριστιανοί και γιʼ αυτό θα πολεμούν τους Τούρκους. Αυτοί οι Αρβανίτες θα συγχωνευτούν τελικά με το Νεοελληνικό έθνος. Αντίθετα, οι εξισλαμισμένοι θα συγκροτήσουν το έθνος των Αλβανών, που ζει στην Αλβανία. Οι Αλβανοί όμως ονομάζουν τον εαυτό τους Σκιπετάρ. Ως μισθοφόροι, οι Αρβανίτες βρίσκονται σκορπισμένοι στα πέρατα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Οι χριστιανοί Αρβανίτες θα είναι οι βασικοί μισθοφόροι της Βενετίας και θα δράσουν σʼ όλη τη διάρκεια των τουρκοβενετικών πολέμων. Μεγάλος αριθμός Αρβανιτών μισθοφόρων θα εγκατασταθούν στο βασίλειο της Νεάπολης, όπου θα παραμείνουν Και μετά την κατάλυση. Απόγονοί τους ζουν σήμερα σκορπισμένοι στη Ν. Ιταλία. Μεγάλος όγκος Αρβανιτών θα κατέβει στον ελλαδικό χώρο και ιδιαίτερα στην Πελοπόννησο το 1770, την εποχή των Ορλωφικών. Για μια περίοδο θα κυριαρχήσουν στην Πελοπόννησο, ενώ θα εξαναγκάσουν σε φυγή το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού της Πελοποννήσου. Έγιναν πραγματική συμφορά. Οι ίδιοι οι Τούρκοι θα τους καταδιώξουν. Σε συνεργασία με τις κλέφτικες ομάδες της Πελοποννήσου οι Τούρκοι θα τους εξοντώσουν. Μαζί με τις ένοπλες πατριές είχαν κατέβει στην Πελοπόννησο και πολλοί ποιμένες. Με το διωγμό, οι περισσότεροι θα φύγουν για να εγκατασταθούν στα νησιά (Κυκλάδες, Σάμο κ.λπ.), ενώ ένα μεγάλο μέρος θα επιστρέψει στην Αλβανία, μετά από περίπου 10 χρόνια παραμονής στην Πελοπόννησο. Αρβανίτες θα εγκατασταθούν σε όλα τα μέρη της Ελλάδας, τόσο ως μισθοφόροι των Βενετών, όσο και ως μισθοφόροι των Τούρκων. Οι χριστιανοί Αρβανίτες, που εγκαταστάθηκαν στον ελλαδικό χώρο πριν από την Τουρκοκρατία, θα πολεμήσουν τους Τούρκους και στη συνέχεια, μέσα από κοινούς με τον ελληνικό πληθυσμό αγώνες κατά των Τούρκων, θα συγχωνευτούν με τους Έλληνες. Οι Αρβανίτες θα αφομοιωθούν από το νεοελληνικό έθνος. Η γλώσσα των Αρβανιτών γενικά ήταν φτωχή και οι Αρβανίτες υποχρεώθηκαν να χρησιμοποιούν πολλές ελληνικές λέξεις. Σιγά σιγά η γλώσσα τους χάνεται. Η αρβανίτικη γλώσσα δε χάθηκε εντελώς μόνο στις περιοχές, όπου οι Αρβανίτες έμειναν ως αποκλειστική-κλειστή κοινωνία(Αττική και Βοιωτία και κατά κάποιο τρόπο η Κορινθία). Όταν η κλειστή κοινωνία τους θα σπάσει (από τα μέσα του 18ου αιώνα και έπειτα) η αρβανίτικη γλώσσα θα αρχίσει να υποχωρεί. Εξακολουθεί να αντιστέκεται όμως, στα ορεινά χωριά της Βοιωτίας-Αττικής.»

    Η πρώτη γνωστή κάθοδος των Αλβανών άρχισε το 1354 μ.Χ. Ο Ιωάννης Καντακουζηνός γράφει ότι μετά από κάποια φυσική καταστροφή (ξηρασία) που συνέβη στις αλβανικές περιοχές, κατέβηκαν προς τα κάτω (προς τις νοτιότερες περιοχές, τα «αφύλαρχα γένη των Αλβανών με τις οικογένειες τους…»

    Οι Αρβανίτες στην καταγωγή τους ήταν Αλβανοί που εξελληνίστηκαν και ήρθαν σε επιμιξία με τους Έλληνες, είτε αυτό αρέσει σε μερικούς είτε ΌΧΙ.

    Ο Άγγελος Έμμος, Βενετός κυβερνήτης της Πελοποννήσου κατά τα έτη 1703-1706, χαρακτηρίζει τους Αρβανίτες: «γένος άθλιον, περιορισθέν μετά των οικογενειών αυτών εις τα κρησφύγετα των όρεων, εν πενιχραίς καλύβαις, αποζών εκ των προιόντων των ποιμνίων, ων αυτοί σχεδόν αποκλειστικώς εισίν οι επιμεληταί.» Ο δε διάδοχος του Φραγκίσκος Γριμάνης (1706-1709), επιεικέστερος, αυτά λέει για την Πελοπόννησο γενικά αλλά και για τους Αρβανίτες ειδικότερα προς τη Γερουσία του: «Η Πελοπόννησος κατοικείται υπό Ελλήνων και Αλβανών, τούτων οι Έλληνες, πολυπληθέστεροι, οικούσι τας πόλεις και καταγίνονται εις το εμπόριον και τη ναυτιλίαν, οι δε Αλβανοί οίτινες τοσούτον έχουσι συγχωνευθή μετά των Ελλήνων, ώστε δεν θεωρούνται αποτελούντες ίδιαν φυλήν αλλ’απλώς διάφοροι τάξιν, είσιν ολιγώτερον εύποροι και πεπολιτισμένοι, διάγοντες βίον πλάνητα και νομαδικόν και διαιτώμενοι το μεν θέρος εις τα όρη της Αρκαδίας, τον δε χειμώνα εις την Ηλίδα και την Αργολίδα και τα παράλια του Φαναρίου (Ερμιονίδα,Τροιζήνα και Επιδαυρίαν).»

    Ευφυώς λοιπόν, ο Κωνσταντίνος Παπαρρήγοπουλος, ο επονομάζομενος και εθνικός ιστορικός συγγραφέας, αντιπαρέρχεται τις αλληλοσυγκρουόμενες απόψεις γύρω από το θέμα των Αρβανιτών και της καταγωγής τους και λέει ξεκάθαρα τη γνώμη του. Αναφερόμενος λόγου χάρη στη καταγωγή των Σουλιωτών τονίζει: «Ήταν κράμα Ελλήνων και εξελληνισθέντων Αλβανών και εις των επιφανεστέρων γόνων του συνοικεσίου των δυο φυλών του από της 14ης εκατονταετηρίδος αρξαμένου μέχρι της σήμερον. Η Αλβανική εκράτυνε το μάχιμον της ελληνικής πνεύμα, η δε Ελληνική ενεφύσησεν εις την Αλβανικήν, τα ευγενέστερα αισθήματα της φιλομαθείας και της ευνομίας. Τα δύο κάλλιστα προϊόντα του συνδυασμού τούτου υπήρξαν οι Σουλιώται επί της Στερεάς, οι Υδραίοι και οι Σπετσιώται κατά θάλασσαν.» (Κωνστ. Παπαρρηγόπουλος, «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους», έκδ. 7η μετά προσθηκών, σημειώσεων και βελτιώσεων υπό Νίκου Α. Βέη, εκδόσεις «Σεφερλής», Αθήναι 1955, Τόμος Ε΄ σελ. 441)

    Ο αυτοκράτορας Μανουήλ Παλαιολόγος, στον επιτάφιο προς τον αυτάδελφό του Θεόδωρο Παλαιολόγο, μας δίνει αξιοπρόσεκτες πληροφορίες για την μετοίκηση χιλιάδων Αλβανών στην Πελοπόννησο, τους οποίους αποκαλεί ‘Ιλλυριούς’, μαζί με τις γυναίκες και τα παιδιά τους και τα ζώα τους όπως χαρακτηρηστικά λέει: «Αλλά και Ιλλυριοί, περίπου μία μυριάδα, αθρόοι μετοίκησαν με τα παιδιά και τις γυναίκες και τα ζώα τους…» (Λάμπρου: «Παλαιολόγεια και Πελοποννησιακά», τ. Β, σ. 41–42)

    Στον σατυρικό διάλογο ‘Ταξίδι στον Άδη’ (Επιδημία Μάζαρι εν Άδου) του βυζαντινού Μάξιμου Μάζαρι, ο συγγραφέας περιγράφει τις επτά γλωσσικές–πολιτισμικές κοινότητες που κατοικούν από κοινού (οικεί αναμίξ γένη) το 1415 στην Πελοπόννησο: Λακεδαίμονες (Μανιάτες), Ιταλοί, Πελοποννήσιοι (Μοραΐτες), Σθλαβίνοι, (Σλάβοι) Ιλλυριοί (Αρβανίτες), Αιγύπτιοι (Τσιγγάνοι) και Ιουδαίοι (Εβραίοι). (D. Α. Zakythinos, Le Despotat grec de Morée, II Athènes 1953, σελ. 1.)

    Ο Φραντζής γράφει: «Τω αυτώ δε φθινοπώρω του s&ηβ έτους (6962 ήτοι 1454 μ.Χ.) δηλονότι επανεστάτησαν οι της Πελοποννήσου Αλβανίται κατά των Δεσποτών και των Αυθεντών αυτών». Ο Κριτόβουλος γράφει: «Οι γαρ της Πελοποννήσου Δεσπόται, της Βυζαντίδος αλούσης, ευθύς νεωτερισάντων των εν Πελοποννήσω Ιλλυριών και επαναστάντων αυτοίς…» (Κριτοβούλου, Ιστορία των πράξεων του Μωάμεθ, Β’-Γ’, 1)

    Η αύξηση της μεγάλης ιδιοκτησίας, οι ενδοβυζαντινές συγκρούσεις και οι καταστροφικές επιδρομές των Αλβανών και των Καταλανών κάνουν το Marino Sanudo Torcello (1325) να περιγράφει την κατάσταση ως αξιοθρήνητη σε μία Θεσσαλία ερημωμένη και κατεστραμμένη: “Deusmisit hanc pestem patriae Blachiae supradictae, quia ipsa miserat quodam genus, Albanensium gentisnomine, in tanta quantitate numerosa: quae gens omnia quae errant extra castra penitusdestruxerunt”

    Albanensium λοιπόν.

    Οι Καταλάνοι και οι Φράγκοι, που υποδέχτηκαν τότε στα εδάφη της κεντρικής Ελλάδος τους Αρβανίτες, δεν τους καταγράφουν ως «δίγλωσσους Έλληνες», αλλά ως «Αρβανίτες» (για την ακρίβεια ως «Αλβανούς»), στα «κατάστιχα» δε των απογραφών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, που συντάχτηκαν το 1460 μ.Χ., αλλά και μέχρι τον 16ο αιώνα, οι κάτοικοι π.χ. της ανατολικής Λοκρίδας, αναφέρονται ως «Αρναούτ». Ειδικά δε για το χωριό Μαρτίνο, ο συντάκτης του βιβλίου «Η στρατιωτική ζωή εν Ελλάδι», που πέρασε απ΄ την περιοχή το 1856, αναφέρει, ότι οι γυναίκες του χωριού, που συνάντησε στο «παλιο-πούσ», μαζί με τα άλλα μέλη του αποσπάσματος στο οποίο συμμετείχε, 400 χρόνια μετά την κάθοδο των υποτιθέμενων «δίγλωσσων-Ελλήνων», δεν ήξεραν τη λέξη «νερό» και ότι για να συνεννοηθούν τελικά μαζί τους, χρησιμοποίησαν…μεταφραστή. Ο ίδιος δε μας λέγει, ότι το Μαρτίνο έχασε την έδρα του Δήμου Λαρύμνης από τον Προσκυνά, γιατί οι κάτοικοί του δεν ήξεραν καθόλου ελληνικά! Μόλις δε πρόσφατα, στη δεκαετία του ‘70, στο Λούτσι, του οποίου οι κάτοικοι κατάγονται από το Μαρτίνο, πέθανε η τελευταία γυναίκα, που δεν ήξερε καθόλου ελληνικά. Επομένως, για ποια διγλωσσία του 14ου αιώνα μιλάμε, όταν αυτή δεν υπήρχε ούτε τον 19ο αιώνα;

    Τί ήταν το Άρβανό ή Άρβανα; Άρβανα ονομαζόταν περιοχές που κατοικούνταν από Αλβανούς και αλβανόφωνους πληθυσμούς. Υπήρχαν τα Άρβανα στην κεντρική Αλβανία, υπήρχαν τα Άρβανα στην περιοχή μετά την αριστερή όχθη του ποταμού Vjosë (Αωού) και νότια της Αυλώνας, μέχρι τα βόρεια και δυτικά του Δελβίνου, η σημερινή δηλαδή Labëria (άρα μάλλον σιγά-σιγά το Arbëria έγινε Labëria) ή Λιαπουριά στα ελληνικά. Την Λιαπουριά ο Παναγιώτης Αραβαντινός την αναφέρει στο έργο του ‘Χρονογραφία της Ηπείρου’ ως ‘Άρβανον’ και ‘Άρμπρι’, ενώ ο Ψαλίδας την ονομάζει ‘Άρβανον’ και ‘Άρμπηρι’. Υπήρχε όμως και το Πριγκηπάτο των Άρμπερ (Principata e Arbërit) στα βόρεια της Αλβανίας, με πρωτεύουσα την Nderfandina (κατά πάσα πιθανότητα ήταν άλλο όνομα της πόλης Κρούγια/Krujë), υπήρχαν τα Άρβανα Μαζαρακαίων στην Τσαμουριά (Θεσπρωτία), εξ’ ου και το τσάμικο χωριό Mazrrek (Μαζαράκι), κ.τλ.

    Η Γεωγραφία νεωτερική είναι έργο των Δανιήλ Φιλιππίδη και Γρηγόριου Κωνσταντά, γραμμένο στη δημοτική, που εκδόθηκε στη Βιέννη το 1791. Είναι περιηγητικό έργο που επικεντρώνεται σε κοινωνικά και ιστορικά θέματα των περιοχών που περιγράφονται, και κατακρίνει την κοινωνική ανισότητα. Θεωρείται από τα πιο σημαντικά έργα του Νεοελληνικού Διαφωτισμού. Στις σελίδες 246-248 διαβάζουμε… για μια ευρύτατη αρχαία Μακεδονία που περιελάμβανε στα εδάφη της και την «Αρβανιτιά» (Αλβανία) και συνόρευε στο βορρά με Δαλματία και Βοσνία (μάλλον υπονοούσαν την ρωμαϊκή Επαρχία Μακεδονίας) της οποίας οι πρώτοι (αρχαίοι) κάτοικοι «ήταν εκείνοι που ήταν και της Ελλάδος», των οποίων η θρησκεία «ήταν αυτή με τα λοιπά έθνη της Ελλάδος» και «είχε κάθε άδικο λοιπόν ο Δημοσθένης να λέγη τους Μακεδόνας βαρβάρους. Μάλιστα τότε αυτό το επώνυμο άρμοζε περισσότερο εις τους Αθηναίους παρά εις τους Μακεδόνας.»

    Απάντηση
  • Και ποια είναι τα δικά μας γράμματα κ. Πολίτη με τα οποία ζουν οι Αρβανίτες; Ποιοι είμαστε εμείς και ποιοι οι Αρβανίτες;

    Απάντηση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Fill out this field

*